- γωνιώδης άρθρωση
- Άρθρωση όπως εκείνη του γονάτου, στην οποία οι επιφάνειες δύο οστών εφαρμόζουν σφιχτά επιτρέποντας μόνο την κίνηση μπρος και πίσω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γίγγλυμος — ο (Α γίγγλυμος και γιγγλυμός) γωνιώδης άρθρωση, κλείδωση που επιτρέπει κίνηση κατά ένα άξονα (όπως η άρθρωση τού αγκώνα) αρχ. 1. στρόφιγγα, μεντεσές πόρτας, παραθύρου ή άλλου αντικειμένου 2. πόρπη 3. σύνδεσμος, κούμπωμα στον θώρακα τής πανοπλίας… … Dictionary of Greek
αγκώνας — Η εξωτερική καμπή του άνω άκρου, μεταξύ βραχίονα και αντιβραχίου. Η άρθρωση του α. είναι σύνθετη. Αποτελείται από δύο αρθρώσεις, την πηχεοβραχιόνιο και την άνω κερκιδωλενική, οι οποίες περιβάλλονται από κοινό αρθρικό θύλακο. Η πηχεοβραχιόνιος… … Dictionary of Greek